Ταινίες
The Matrix (1999)
Σκηνοθεσία: Larry & Andy Wachowski
Ηθοποιοί: Keanu Reeves, Laurence Fishburne, Carrie-Anne Moss, Joe Pantoliano & Hugo Weaving.
Μια διαφορετική προσέγγιση:
Η ταινία αυτή σίγουρα είναι μια απολαυστική περιπέτεια.
Ταυτόχρονα παρουσιάζει, με ένα πολύ “σύγχρονο” και ελκυστικό για τον σημερινό άνθρωπο τρόπο, ιδέες που προέρχονται από πανάρχαιες διδασκαλίες που βοηθούν τον άνθρωπο να κατανοήσει την Αληθινή Πραγματικότητα.
Ο κεντρικός ήρωας είναι ο Thomas A. Anderson, ο οποίος είναι επίσης γνωστός ως χάκερ με το ψευδώνυμο Neo.
Η πρώτη σκηνή με τον Νίο αρχίζει με την φράση: “Ξύπνα Νίο. Το Μάτριξ σε κρατά” (=δεσμεύει).
Ο Thomas A. Anderson αντιπροσωπεύει τον άνθρωπο που αισθάνεται αμφιβολίες για το αν η πραγματικότητα που ζει είναι όντως αληθινή, πραγματική. Τα πρώτα λόγια του είναι: “έχεις ποτέ την αίσθηση ότι δεν είσαι σίγουρος αν είσαι ξύπνιος ή ονειρεύεσαι;” Ο Thomas A. Anderson είναι ο κάθε άνθρωπος που αναζητά την Αλήθεια, αλλά δεν ξέρει πού και πώς να ψάξει.
Τότε εμφανίζεται η Trinity. Και του λέει: “Είσαι εδώ επειδή ξέρεις κάτι. Δεν ξέρεις ακριβώς τι είναι αυτό το κάτι. Αλλά το ένιωθες ολόκληρη τη ζωή σου. Τι είναι το Μάτριξ; … Είναι ο κόσμος που σε τυφλώνει από το να δεις την Αλήθεια. Την αλήθεια ότι είσαι σκλάβος. Ότι είσαι γεννημένος σε μια φυλακή του μυαλού“. Του λέει ότι αυτό που όντως τον καθοδηγεί (ως την στιγμή εκείνη) είναι η ίδια η “ερώτηση”.
Τον οδηγεί στον Μορφέα. Ο Μορφέας μυθολογικά είναι ο θεός (=κύριος, ελεγκτής) των ονείρων. Ο Μορφέας αντιπροσωπεύει τον καθοδηγητή. Τον Δάσκαλο που βοηθά τον αναζητητή να ανακαλύψει την Αλήθεια.
Και ο Μορφέας στην πρώτη συνάντησή του με τον Νίο του το λέει: “Το μόνο που προσφέρω είναι η αλήθεια. Τίποτα παραπάνω. Αλλά κανείς δεν μπορεί να στην δείξει. Πρέπει να τη δεις ο ίδιος“. Και του προσφέρει την επιλογή. Αν διαλέξει το μπλε χάπι, θα τα ξεχάσει όλα και όλα θα είναι όπως πριν. Αν διαλέξει το κόκκινο χάπι θα εισέλθει στον δρόμο της αναζήτησης της Αλήθειας. “Αυτός ο δρόμος είναι χωρίς επιστροφή“.
Και ο Νίο διαλέγει το κόκκινο χάπι. Η επιλογή αυτή τον ξυπνά από τον ύπνο του. Τον βγάζει από το καβούκι του κυριολεκτικά!
Στη συνέχεια ο Μορφέας αρχίζει να τον καθοδηγεί και να τον διδάσκει. Του εξηγεί ότι το Μάτριξ είναι μια εικονική πραγματικότητα. Ένα “δημιούργημα των μηχανών”, το οποίο είναι απαραίτητο για να θρέψουν τους εαυτούς τους.
Το Μάτριξ είναι η Ψευδαπάτη. Αντιπροσωπεύει την ψεύτικη πραγματικότητα. Και οι μηχανές είναι ο εγωισμός μας, ο ψεύτικος εαυτός που έχει υπερεπιβληθεί στην Αληθινή μας πρωτουσία και τον πιστεύουμε σαν αληθινό. Οι Πράκτορες είναι τα ισχυρότερα στοιχεία στον εγωισμό μας, οι συνήθειες, οι αρέσκειες και απαρέσκειές μας που αντιπαλεύουν κάθε αληθινή ιδέα και κάθε προσπάθειά μας για απελευθέρωση. Η εκπαίδευση του Νίο εστιάζεται στο να μάθει να διακρίνει τι είναι αληθινό και τι όχι. Εκπαιδεύεται από τον Μορφέα να μην πιστεύει στο Μάτριξ. Να ξεπερνά τις ιδέες του για το τι είναι πραγματικό και το τι όχι.
Ο Μορφέας του λέει: “Μπορώ μόνο να σου δείξω την πόρτα. Μόνο ο ίδιος μπορείς να την περάσεις… Πρέπει να τα αφήσεις όλα πίσω… Φόβο, αμφιβολία, δυσπιστία… Το μυαλό σου τα κάνει αληθινά… Πρέπει να ελευθερώσεις το μυαλό σου“.
Τον πηγαίνει στην Μάντισσα. Του εξηγεί: “η Μάντισσα είναι καθοδηγός. Σε βοηθά να βρεις το μονοπάτι“. Μέσα στο σπίτι της υπάρχει το ίδιο ρητό που υπήρχε στο μαντείο των Δελφών: Γνώθι σεαυτόν.
Η Μάντισσα του λέει ότι δεν είναι ο Εκλεκτός. “Μοιάζεις να περιμένεις κάτι…” Του λέει επίσης ότι σύντομα θα κληθεί να επιλέξει ανάμεσα στην δική του ζωή και στην ζωή του Μορφέα. Ανάμεσα στον παλιό του εαυτό και στην Αλήθεια.
Όταν ο Μορφέας αιχμαλωτίζεται από τους Πράκτορες (όταν δηλαδή ο ψεύτικος εαυτός μέσω του εγωισμού και των αμφιβολιών που προβάλει, αντιμάχεται έντονα την αλήθεια που δεν έχει γίνει ακόμα βίωμα) ο Νίο αποφασίζει να πάει να σώσει τον Μορφέα. Το αποφασίζει με κίνδυνο την ίδια τη ζωή του. Αλλά το κάνει γιατί “αρχίζει να πιστεύει σε κάτι. Πιστεύει ότι θα φέρει πίσω τον Μορφέα“. Αυτή είναι η πρώτη απόφασή του που είναι απόφαση πλήρως υπέρ της Αλήθειας. Που βάζει την Αλήθεια πάνω από οτιδήποτε άλλο. Ακόμα και από την ίδια την “ζωή” του.
Στο μεταξύ οι Πράκτορες ανακρίνουν τον Μορφέα. Επιδιώκουν να μάθουν τους κωδικούς της Σιών. Η Σιών είναι το οχυρό που εκπόρθησε ο Δαβίδ κατά την εβραϊκή παράδοση. Θεωρείται ότι στο λόφο της Σιών έλαβε χώρα ο Μυστικός Δείπνος. Κατά την Kaballa η εσωτερική σημασία της Σιών είναι η πνευματική Ιερουσαλήμ, το Άγιο των Αγίων, το πνευματικό σημείο από το οποίο εγείρεται η Πραγματικότητα.
Ο ψεύτικος εαυτός, ο εγωισμός επιδιώκει να βασιλεύσει πάνω στην Αλήθεια. Και το επιδιώκει με κάθε μέσο.
Ο Νίο τελικά σώζει τον Μορφέα. Και όταν αποκαλύπτει στον Μορφέα το περιεχόμενο της προφητείας της Μάντισσας, ο Μορφέας του εξηγεί ότι η Μάντισσα του είπε “αυτό που χρειαζόταν να ακούσει… Υπάρχει διαφορά μεταξύ του να γνωρίζεις το μονοπάτι και να το βαδίζεις“.
Η προφητεία ήταν το μέσο για να τον κάνει να αρχίζει να κατανοεί ο ίδιος μέσω βιωματικής εμπειρίας… να μην στηρίζεται στα λόγια κανενός.
Στην τελική μάχη με τους Πράκτορες, ο Νίο ξεπερνά τον παλαιό εαυτό του τον Thomas A. Anderson, ο οποίος σχεδόν πεθαίνει… Και τότε πια συνειδητοποιεί ότι όλα όσα εμπειράται είναι ο ίδιος ο Εαυτός του. Το Μάτριξ είναι ο ίδιος. Τίποτα δεν είναι διαφορετικό από τον ίδιο. Ακόμα και οι πράκτορες γίνονται απλά ένα μέρος του Εαυτού του.
Και τότε λέει ότι το όνομά του δεν είναι πια Thomas A. Anderson, αλλά Neo, ο Νέος, ο Αναγεννημένος Άνθρωπος!
Ερωτευμένος Σαίξπηρ (Shakespeare in love)
Ο “Ερωτευμένος Σαίξπηρ” (1990), είναι μια αισθηματική κομεντί εποχής (1590), που αναφέρεται στην πνευματώδη ερωτική σχέση μεταξύ του Γουíλ (Σαίξπηρ) και της Βιóλα, η οποία ενέπνευσε τη δημιουργία του ερωτικού δράματος “Ρωμαίος και Ιουλιέτα”.
Η ταινία βασίζεται σε ιστορικά στοιχεία των χρόνων του Σαίξπηρ, με εξαιρετική ανάπλαση της εποχής, θαυμάσια σκηνοθεσία με γοητεία και χιούμορ και έξοχες ερμηνείες από μια πλειάδα ηθοποιών με κορυφαίους τους Γκουίνεθ Πάλτροου, Τζόζεφ Φάινς, Τζιόφρι Ρας και Τζούντι Ντέντς. Πάνω απ’ όλα όμως, είναι γεμάτη από τους γοητευτικούς ερωτικούς διαλόγους του σαιξπηρικού έργου.
Η ταινία έχει μια αισιόδοξη και “παιχνιδιάρα” ματιά πάνω στα γλυκόπικρα ανθρώπινα πάθη. Το έργο κέρδισε επτά βραβεία Όσκαρ, ανάμεσα στα οποία καλύτερης ταινίας και πρώτου γυναικείου ρόλου
Τα Χρόνια της Αθωότητας (The Age of Innocence)
Η ταινία είναι μεταφορά στον κινηματογράφο ενός βραβευμένου μυθιστορήματος της Ήντιθ Χουόρτον (Edith Wharton). Mιλά για την αριστοκρατία της Νέας Υόρκης στο τέλος του 19ου αιώνα και στις αρχές του εικοστού.
Την κοινωνία της ανώτερης τάξης χαρακτηρίζει η προσκόλληση σε τύπους συμπεριφοράς και συνηθειών φερμένων από την Ευρώπη, την οποία ατενίζουν με το κόμπλεξ του επαρχιώτη. Μια κοινωνία με νέους θεσμούς πιο δημοκρατικούς και ως προς τη θέση της γυναίκας και την ελευθερία της, παρ’ όλα αυτά πολύ συντηρητική και υποκριτική για να δεχθεί εύκολα τη γυναίκα ανεξάρτητη εκτός γάμου (ανύπανδρη ή διαζευγμένη). Μια κοινωνία έτοιμη να υφάνει ιστούς που απομονώνουν ή αποβάλλουν όποιον παρεκκλίνει από τους κανόνες.
Σε ένα τέτοιο κλίμα ο βασικός ήρωας Νιούλαντ Άρτσερ (Ντάνιελ Ντέϊ Λιούϊς) μέλος της υψηλής κοινωνίας, εκκολαπτόμενος δικηγόρος, θέτει σε κίνδυνο την κοινωνική του θέση και τη σχέση του με την αρραβωνιαστικιά του (Γουινόνα Ράιντερ) όταν έλκεται παράφορα από την κόμισα Ελένα Ολένσκα (Μισέλ Πφάιφερ) που ανταποκρίνεται. Είναι μια γυναίκα με καλλιέργεια και ευαισθησία που επιστρέφει από την Ευρώπη, δραπετεύοντας από ένα δύσκολο γάμο, και που δε διστάζει να λέει ανοιχτά τη γνώμη της, αντισυμβατική και αυθεντική κόντρα στην υποκρισία του περίγυρου. Ένας ανεκπλήρωτος έρωτας σ’ ένα άκαμπτο κοινωνικό πλαίσιο.
Έξοχη σκηνοθεσία από τον Μάρτιν Σκορτσέζε με εξαιρετική ανάπλαση της εποχής, με έμφαση στις λεπτομέρειες του περιβάλλοντος, των σπιτιών και των ενδυμάτων. Συχνά τα κινηματογραφικά πλάνα παραπέμπουν σε έργα ζωγραφικής του Ιμπρεσιονισμού (Μανέ, Ντεγκά, Ρενουάρ) και σύγχρονων Αμερικανών. Ο σκηνοθέτης οδηγεί τους ηθοποιούς σε υψηλού επιπέδου ερμηνείες. Η ταινία μολονότι ήταν υποψήφια για πέντε Όσκαρ και τέσσερις Χρυσές Σφαίρες, τιμήθηκε μόνο με το ‘Οσκαρ κοστουμιών και τη Χρυσή Σφαίρα Β’ Γυναικείου Ρόλου.
Ινδοκίνα (Indochine)
Σκηνοθεσία: Ρεζίς Βαρνιέ
Ηθοποιοί: Κατρίν Ντενέβ, Βενσάν Περέζ, Λιν Νταν Φαν, Ζαν Γιάν
Η ιστορία διαδραματίζεται στην Ινδοκίνα του Μεσοπολέμου, την περίοδο που φουντώνει ο απελευθερωτικός αγώνας στη χώρα, που θα οδηγήσει στην ανατροπή της αποικιοκρατίας και στη δημιουργία του νέου κράτους με το όνομα Βιετνάμ.
H Ελιάν Ντεβρίς (Κατρίν Ντενέβ) είναι μια πλούσια γοητευτική Γαλλίδα γαιοκτήμονας που γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ινδοκίνα και διευθύνει δυναμικά τα πατρικά κτήματα συλλογής και επεξεργασίας καουτσούκ. Ζει με την υιοθετημένη αυτόχθονη έφηβη κόρη της Καμίγ (Λιν Νταν Φαν). Η εμφάνιση του νεαρού Γάλλου αξιωματικού Ζαν Μπατίστ (Βενσάν Περέζ) θα διαταράξει τις σχέσεις μάνας και κόρης, καθώς τον ερωτεύονται και οι δυό.
Παρ’ ότι η ταινία εστιάζει κυρίως στις σχέσεις πάθους και προδοσίας των ηρώων της, φαίνονται από πίσω στο φόντο, αφενός οι συνθήκες της αποικιοκρατίας: σκληρότητα, έπαρση, έλεγχος ασφυκτικός των αποικιοκρατών απέναντι στους αυτόχθονες, και αφετέρου ο εκκολαπτόμενος και διογκούμενος απελευθερωτικός αγώνας των τελευταίων, που θα οδηγούσε στην επικράτηση των κομμουνιστών και στον τερματισμό της Γαλλικής κυριαρχίας. Στην κινούμενη άμμο των ιστορικών ανακατατάξεων της εποχής αυτής στην νοτιο-ανατολική Ασία, τα πρόσωπα παρασυρόμενα στη θύελα των εξελίξεων και στην προσπάθεια επιβίωσής τους, βλέπουν να ανατρέπονται όλες οι σταθερές τους: οικογενειακές και ερωτικές σχέσεις, επαγγελματικές δράσεις, περιουσιακά στοιχεία, αίσθηση εθνικής συνείδησης: το χωνευτήρι της Ιστορίας.
Η δομή της ταινίας υιοθετεί την τεχνική των φλας-μπακ για τα γεγονότα της ιστορίας. Παρεμβάλλονται στη συζήτηση της βασικής ηρωίδας Ελιάν με το γυιό της κόρης της (παρέμεινε στην Ινδοκίνα) από τον Γάλλο αξιωματικό Ζαν Μπατίστ. Η συζήτηση όπως γίνεται φανερό στο τέλος, λαμβάνει χώρα στην Ελβετία χρόνια αργότερα και στις μέρες που η αντιπροσωπεία απο την Ινδοκίνα έρχεται να υπογράψει την διακύρηξη της ανεξαρτησίας και δημιουργία του νέου κράτους του Βιετνάμ. Ανάμεσα στην αποστολή είναι και η κόρη της Ελιάν.
Παρότι η ταινία δεν είναι η σημαντικότερη στο είδος της, τα εντυπωσιακά εξωτικά τοπία, η αποικιακή ατμόσφαιρα εποχής, η κομψή γοητεία της Κατρίν Ντενέβ και οι άλλοι καλοί ηθοποιοί, εξασφαλίζουν ένα χορταστικό φίλμ που παρακολουθείται με μεγάλο ενδιαφέρον. Η ταινία τιμήθηκε με το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσης ταινίας του 1992.
O Πιανίστας (The Pianist)
Σκηνοθεσία: Ρομάν Πολάνσκι
Ηθοποιοί: Έντριαν Μπρόντι, Τόμας Κρέτσμαν, Εμίλια Φόξ
Βραβεία: Χρυσός Φοίνικας Καννών 2002, δύο βραβεία BAFTA, επτά βραβεία Σεζάρ, τρία βραβεία Όσκαρ (σκηνοθεσίας, Α’ ανδρικού ρόλου, σεναρίου)
Πρόκειται για την αληθινή ιστορία επιβίωσης του Πολωνοεβραίου διάσημου πιανίστα Βλαντισλάβ Σπίλμαν, κατά την διάρκεια της ναζιστικής κατοχής στην Πολωνία.
Παρακολουθούμε την ιστορία του ήρωα από το 1939, τις μέρες επέμβασης των Γερμανών. Πιανίστας στο κρατικό ραδιόφωνο της Βαρσοβίας, ήδη γνωστός για το αισθαντικό του παίξιμο, ιδιαίτερα του Σοπέν. Απολύεται, κλείνεται στο γκέτο, επιβιώνει παίζοντας πιάνο σε εστιατόριο μέσα σε ταπεινώσεις. Βλέπει την οικογένειά του να στέλνεται στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, ο ίδιος γλυτώνει παραμένοντας με τους λίγους Εβραίους που έμειναν, σε ομάδα εργασίας κάτω από τη σκληρή εποπτεία των Γερμανών στρατιωτών. Δραπετεύει και στηριζόμενος στην καλοσύνη κάποιων ανθρώπων κρύβεται από διαμέρισμα σε διαμέρισμα στην κατεχόμενη Βαρσοβία, παρακολουθώντας ανήμπορος μάρτυρας, τα γεγονότα μέχρι το τέλος του πολέμου, την απελευθέρωση από τους Ρώσους, την επιστροφή του στην μουσική.
Παράλληλα με την προσωπική του ιστορία, σε δεύτερο επίπεδο σαν φόντο, βλέπουμε όλο τον παραλογισμό και την βαρβαρότητα του πολέμου, από τις πρώτες μέρες της κατοχής. Την επιβολή απαγορεύσεων (κοινωνικών, οικονομικών, κυκλοφορίας) στους Εβραίους, την υποχρέωσή τους να φέρουν το διακριτικό σήμα με το αστέρι στο μπράτσο, τις απρέπειες, ταπεινώσεις και αγριάδες των Γερμανών στους δρόμους. Την υποχρεωτική συγκέντρωσή τους σε συνοικία της Βαρσοβίας, η οποία μαντρώνεται με τοίχος, το γνωστό γκέτο της Βαρσοβίας. Σκηνές εξαθλίωσης και εξαχρείωσης των ανθρώπων μέσα στο γκέτο κάτω από την πίεση της επιβίωσης, της πείνας, της απελπισίας για το μέλλον. Τη σταδιακή μεταφορά τους σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, κυρίως αυτό της Τρεμπλίνσκα και τη συνειδητή εξόντωσή τους. Την απελπισμένη αντίσταση στο γκέτο και την κατάπνιξή της. Τέλος την μετατροπή της Βαρσοβίας σε ερείπια.
Η ταινία κινείται σε παρόντα χρόνο με δραματικά κλιμακούμενες σκηνές, που έχουν την ωμότητα του ντοκιμαντέρ. Η κορύφωση της δραματικής έντασης επιτυγχάνεται με την αντίστιξη ανάμεσα στην απόλυτη απανθρωπιά των εικόνων και τη λεπτή ευαισθησία της μουσικής του Σοπέν. Η ταινία ξεκινά και τελειώνει με μουσική (ο ήρωα παίζοντας πιάνο στο ραδιοφωνικό σταθμό στην αρχή και με μεγάλη ορχήστρα ως διάσημος σολίστ στο τέλος). Εξαιρετική η σκηνή όπου σε κάποιο κρυψώνα παίζει φανταστικά στο πιάνο, ενώ εμείς ακούμε το κομμάτι της μουσικής που αντηχεί στο νου του. Η σκηνή με τον Γερμανό λοχαγό που τον πιάνει εξαθλιωμένο στο κτίριο που μένει και τον βάζει να παίξει πιάνο, είναι κορυφαία σε ένταση συγκίνησης και λυτρωτική. Στη σκηνή αυτή ο ήρωας που παίζει πιάνο γίνεται κάτι περισσότερο και μεγαλύτερο: ο άνθρωπος που δημιουργεί υψηλού επιπέδου συγκίνηση (και τόσο άμεση όπως αυτή που δίνει η μουσική) και άρα βαθιά ανθρώπινη ποιότητα ικανή να αντιπαραταχθεί στη σκοτεινή και βάρβαρη πλευρά του ανθρώπου που υπάρχει γύρω. Έτσι το ξύπνημα της ανθρωπιάς του ευαίσθητου Γερμανού (ήξερε από μουσική) έρχεται σχεδόν φυσικό δίνοντας στην ταινία μια αλήθεια και μια αυθεντικότητα. Σε τελική ανάλυση αφήνοντας μια γεύση ουσιαστικής αισιοδοξίας και ελπίδας.
Αριστουργηματική σκηνοθεσία (φαίνεται και από τα βραβεία που πήρε) από έναν εξαιρετικό σκηνοθέτη, που “αποκαθίσταται” όντας αποκλεισμένος για δεκαετίες από το Χόλυγουντ. Ο ρόλος του πρωταγωνιστή στον “Πιανίστα” καθιέρωσε τον Έντριαν Μπρόντι ως ηθοποιό πρώτου διαμετρήματος (πήρε το Όσκαρ πρώτου ανδρικού ρόλου).